ματσόλα

ματσόλα
και ματσιόλα, η
1. ξύλινο δικέφαλο σφυρί που χρησιμοποιούν οι βαρελοποιοί και οι λευκοσιδηρουργοί
2. ναυτ. καλόσφυρα που χρησιμοποιείται για τη σπαργάνωση τών σχοινιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. mazzola].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Παρμιτζανίνο, Φραντσέσκο Ματσόλα, επονομαζόμενος ο- — (Parmigianino, Πάρμα 1503 – Καζαλματζόρε, Κρεμόνα 1540). Ιταλός ζωγράφος και χαράκτης. Γιος του ζωγράφου Φίλιπο Ματσόλα (1460 – 1505), διαπαιδαγωγήθηκε στο εργαστήριο των θείων του Ιλάριο και Μικέλε, από τους οποίους διδάχτηκε τα πρώτα στοιχεία… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • καλόσφυρα — η ναυτ. είδος ξύλινου σφυριού, κν. ματσόλα …   Dictionary of Greek

  • κόπανος — Πεδινή κωμόπολη (υψόμ. 80 μ., 2.144 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναούσης του νομού Ημαθίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού, 15 χλμ. ΒΔ της Βέροιας. Αποτελεί έδρα του δήμου Ανθεμίων. Ανάμεσα στον οικισμό του Κ. και στην πόλη της Ναόυσας… …   Dictionary of Greek

  • ξυλόσφυρο — το (Μ ξυλόσφυρον) είδος σφυριού με ξύλινη κεφαλή που χρησιμοποιείται στις κατασκευές από μαλακό μέταλλο για να μην παραμορφώνονται οι επιφάνειές τους και κατά τη συναρμογή τών μηχανών, κν. ματσόλα …   Dictionary of Greek

  • τοκμάκι — το, Ν 1. ξύλινο σφυρί, αλλ. ματσόλα 2. σιδερένιος κοντός κόπανος για το χτύπημα, το μαλάκωμα και την πλάτυνση τού κρέατος 3. βαρύ τεμάχιο από σίδερο ή ξύλο που κρέμεται με σχοινί από το πλαίσιο πόρτας για να τήν κλείνει με το βάρος του κάθε φορά… …   Dictionary of Greek

  • γκονγκ — (gong).Κρουστό μουσικό όργανο. Είναι κυρτός μπρούτζινος δίσκος που, όταν τον χτυπούν με το ματσόλα, ένα ειδικό σφυρί, παράγει μακρόσυρτο μελωδικό ήχο. Χρησιμοποιείται κυρίως από τους λαούς της νοτιοανατολικής Ασίας, είτε για να επισημάνει την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”